Η αξιοποίηση των μουσείων και των αρχαιολογικών χώρων, δηλαδή της πολιτιστικής μας κληρονομιάς, θα φέρει πολλά εκατομμύρια ευρώ έσοδα.
Τα έσοδα από τον τομέα του πολιτισμού κυμαίνονται στα 40 εκατ. ευρώ, όμως θα μπορούσαν να φθάσουν και τα 300 εκατ. ευρώ, σύμφωνα με μελέτη της εταιρείας McKinsey, η οποία εκπονήθηκε και υποβλήθηκε πριν από τρία χρόνια στο υπουργείο Πολιτισμού.
Ένας άμεσος στόχος είναι η πιλοτική εφαρμογή του συστήματος ηλεκτρονικών εισιτηρίων με χορηγικούς πόρους, διαδικασία που προωθεί το υπουργείο στους πρώτους επτά αρχαιολογικούς χώρους της Αθήνας (Ακρόπολη, Ολυμπιείο, Αρχαία Αγορά, Βιβλιοθήκη Αδριανού, Ρωμαϊκή Αγορά, Κεραμεικός, Θέατρο Διονύσου).
Στην Ελλάδα τα εισιτήρια των αρχαιολογικών χώρων και μουσείων συνεισφέρουν το 86% των εσόδων, έναντι περίπου 30% σε χώρες του εξωτερικού, λόγω μη ανάπτυξης άλλων πηγών εσόδων, όπως χορηγικών πακέτων, υπηρεσιών προστιθέμενης αξίας, πακέτων συνδρομών/μελών. Επίσης δεν υπάρχει επίσημο μέσο προβολής της πολιτιστικής κληρονομιάς.
«Όλοι οι λαοί θέλουν να περάσουν από τα πιο σημαντικά αρχαιολογικά μνημεία», λέει ο διευθύνων σύμβουλος του Kentavros Travel και μέλος της Γενικής Πανελλαδικής Ομοσπονδίας Επιχειρήσεων Τουρισμού (ΓΕΠΟΕΤ) Μάριος Τριβυζάς, προσθέτοντας ότι αυτό που διαφέρει ανά χώρα προέλευσης είναι «το είδος της ξενάγησης που επιθυμούν. Είναι σαφώς ενισχυμένο το ενδιαφέρον όσων έρχονται για πρώτη φορά στην Ελλάδα για να πάνε στην Ακρόπολη. Το 50% αυτών θα επισκεφθούν και το Μουσείο της Ακρόπολης» εκτιμά.
«Πάνω από το 50% των εισερχόμενων τουριστών διαλέγουν πενθήμερες εκδρομές σε πολιτιστικά μνημεία» που περιλαμβάνουν την κλασική Ελλάδα και τα Μετέωρα, περνώντας από Ολυμπία, Δελφούς, την Αργολίδα (Ναύπλιο, Μυκήνες) και Καλαμπάκα, λέει. Ο ίδιος αναφέρεται στους 10.000 πελάτες που έρχονται κάθε χρόνο κυρίως από ΗΠΑ, Καναδά, Αυστραλία και Κίνα, οι οποίοι από τις εννιά – δέκα ημέρες διαμονής τους στην Ελλάδα, αφιερώνουν τις μισές σε περιήγηση και πολιτισμό. «Συγκινούνται πολύ από την αρχαία ελληνική Ιστορία» συμπληρώνει ο κ. Τριβυζάς.
Αναφερόμενος σε παραδείγματα του εξωτερικού, ο ίδιος σημειώνει το μεγάλο μερίδιο στα έσοδα από τον πολιτισμό, από τις κινηματογραφήσεις αρχαιολογικών χώρων. Αντίθετα, όσον αφορά την Ελλάδα επισημαίνει τη γραφειοκρατία, λέγοντας ότι «καθυστερούν πολύ οι απαντήσεις στα αιτήματα, ενώ δεν είναι πάντα σταθερές με βάση ένα πλαίσιο».
Έχοντας μόλις κλείσει έξι χρόνια λειτουργίας το Μουσείο της Ακρόπολης αποτελεί ένα επιτυχημένο πείραμα. «Παρά τη συνεχιζόμενη οικονομική κρίση ο αριθμός των επισκεπτών του Μουσείου όχι μόνο δεν μειώθηκε, αλλά αυξήθηκε κατά 12% τους πέντε πρώτους μήνες του 2015, σε σύγκριση με την αντίστοιχη περίοδο πέρυσι. Ασφαλώς σημαντικό ρόλο έπαιξε η γενική αύξηση του τουρισμού στη χώρα, αλλά και οι συνεχώς βελτιούμενες υπηρεσίες του Μουσείου» τονίζει ο πρόεδρος του Μουσείου της Ακρόπολης, καθηγητής Δημήτριος Παντερμαλής.
Σύμφωνα με τα στοιχεία επισκεψιμότητας του Μουσείου της Ακρόπολης, το διάστημα 2014 – 2015 υποδέχθηκε 1.460.135 επισκέπτες, από τους οποίους 73% μεμονωμένοι (1.065.868) και 27% σε ομάδες (394.267). Μεταξύ των επισκεπτών, ποσοστό 42% (406.190) ήταν Έλληνες, ενώ 13% (129.001) από ΗΠΑ, 7% (67.002) Γάλλοι, 5% (49.604) Βρετανοί, 4% (39.510) Ιταλοί, 3% (30.719) Γερμανοί, 3% (27.570) Ισπανοί, 3% (25.199) Αυστραλοί, 2% Καναδοί (18.800) και 1% (14.665) Ρώσοι.
Πηγή: www.tovima.gr
Δείτε ΕΔΩ ολόκληρο το άρθρο της Χριστίνας Πουτέτση στο tovima.gr