«Το «τέλος ανθεκτικότητας στην κλιματική κρίση» εξυπηρετεί έναν σκοπό που είναι κοινός και ως εκ τούτου κοινή θα πρέπει να είναι και η προσπάθεια επίτευξής του. Οι ξενοδοχειακές επιχειρήσεις μπορούν να συμβάλλουν σε αυτή την προσπάθεια μέσω των περίπου 136 εκατ. ευρώ που εισπράττονται ετησίως από τον υφιστάμενο φόρο διαμονής.
Εδώ όμως θα πρέπει να εξαντλείται και η υποχρέωση του κλάδου.
Το υπόλοιπο προϋπολογισθέν ποσό θα μπορούσε να προκύψει επιβάλλοντας ένα αντίστοιχο τέλος στις περίπου 28,6 εκατ. διανυκτερεύσεις, που πραγματοποιούνται ετησίως στη βραχυχρόνια μίσθωση.
Θα ήταν επίσης χρήσιμο εκτός από τη μονομερή επιβάρυνση της τουριστικής δραστηριότητας να εξεταστεί και η συμμετοχή τομέων της οικονομίας που, σε αντίθεση με τον ξενοδοχειακό κλάδο, έχουν σημαντικό περιβαλλοντικό αποτύπωμα.
Αναφορικά δε με τις σχετικές ρυθμίσεις που παρουσιάστηκαν για τη βραχυχρόνια μίσθωση κρίνουμε ότι δυστυχώς έχουν ξεπεραστεί από τις διεθνείς εξελίξεις.
Στο σημείο που βρισκόμαστε σήμερα και με τη στεγαστική κρίση να έχει λάβει ανεξέλεγκτες διαστάσεις, κρίνεται αναγκαίο να υπάρξει χρονικός ή ακόμα και γεωγραφικός περιορισμός, ανάλογα με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της κάθε περιοχής, όπως συμβαίνει και σε άλλες τουριστικές περιοχές της Ευρώπης. Σε αυτό, αποφασιστικό ρόλο θα πρέπει να αναλάβουν οι Οργανισμοί Τοπικής Αυτοδιοίκησης.
Απώτερος στόχος όλων θα πρέπει να είναι η ισόρροπη τουριστική ανάπτυξη με όρους βιωσιμότητας, η οποία δεν θα αποβαίνει σε βάρος των τοπικών κοινωνιών και των νόμιμων τουριστικών καταλυμάτων.
Στο πλαίσιο αυτό δεν θα πρέπει να λαμβάνονται μέτρα που επιβαρύνουν δυσανάλογα το ελληνικό τουριστικό προϊόν και που μειώνουν περαιτέρω την ανταγωνιστικότητά του.
Η Πανελλήνια Ομοσπονδία Ξενοδόχων έχει αποδείξει τη δέσμευση της στο θεσμικό διάλογο, καταθέτοντας τεκμηριωμένα τις απόψεις της.
Αυτό μας δίνει το δικαίωμα να αναμένουμε πως ζητήματα που μας αφορούν θα συζητούνται εμπρόθεσμα και σε καμία περίπτωση δεν θα αποφασίζονται ερήμην μας και εν τέλει εις βάρος του επιδιωκόμενου αποτελέσματος.
Αναμένουμε, λοιπόν, με τη δημοσιοποίηση του σχεδίου νόμου, να πραγματοποιηθεί, έστω με καθυστέρηση, ουσιαστική διαβούλευση για τα δύο αυτά θέματα, που είναι μείζονος σημασίας για τον ξενοδοχειακό κλάδο και κατ’ επέκταση συνολικά για την εθνική οικονομία».