«Η Ελλάδα μπορεί να γίνει ένας προορισμός διακοπών περιπέτειας, περιηγητικού, μονοπατιών όπου το συγκεκριμένο προϊόν από μόνο του δεν είναι δυνατό και δεν μπορεί να πουληθεί παγκοσμίως. Το προϊόν αυτό πρέπει να το διασυνδέσεις με τον πολιτισμό σου, πρέπει να το διασυνδέσεις με τη γαστρονομία σου».
Τα παραπάνω (μεταξύ άλλων) είπε, ο Πρόεδρος του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΣΕΤΕ), Γιάννης Ρέτσος κατά τη διάρκεια της τοποθέτησης του στην ενότητα «Εθνική Στρατηγική για τον Τουρισμό» του συνεδρίου: «Next is now 2021: Ελληνικός τουρισμός, μια εθνική υπόθεση! Δυνατότητες και Προοπτικές».
Ακολουθούν τα σημαντικότερα σημεία της τοποθέτησης του κ. Ρέτσου
– Πέρυσι Οκτώβριο – Νοέμβριο τέτοια εποχή ήταν που κατατέθηκε το σχέδιο του προϋπολογισμού στη Βουλή, η κυβέρνηση τότε προϋπολόγιζε τα έσοδα του 2021 στο 60% των εσόδων του 2019, δηλαδή ένα ποσό γύρω στα 11,5 με 12 δισ. Τότε, μόλις είχε ξεκινήσει το δεύτερο lockdown στην Ελλάδα, δεν είχαμε ακόμα εικόνα για το πώς θα εξελιχθεί το νέο κύμα της πανδημίας. Δυστυχώς τα πράγματα πήγαν πάρα πολύ άσχημα και αυτός ο προϋπολογισμός, αυτό το νούμερο, αναθεωρήθηκε δύο φορές το πρώτο εξάμηνο του 2021. Στην αρχή στο 50%. Και φτάσαμε τέλος άνοιξης, αρχές του καλοκαιριού, που αν θυμάστε καλά οι Άγγλοι ουσιαστικά απαγόρευσαν την έξοδο των πολιτών τους από τη χώρα μέχρι νεωτέρας και οι Ρώσοι που επίσης ήταν μια πάρα πολύ σημαντική αγορά δεν επέτρεπαν πτήσεις για την Ελλάδα, φτάσαμε να μιλάμε για το 40% και εμείς στον ιδιωτικό τομέα, στον ΣΕΤΕ, δηλαδή ένα ποσό γύρω στα 7,2 δισ.
Τελικά, από τον Ιούλιο και μετά, είδαμε μία πάρα πολύ μεγάλη ανατροπή. Ποιοι ήταν οι λόγοι; Το γεγονός ότι ανοίξαμε με σχέδιο και ότι κεφαλαιοποιήσαμε την εξαιρετική χρονιά του 2020, όχι από πλευράς αποτελεσμάτων, αλλά από το γεγονός ότι λειτουργήσαμε με ασφάλεια, καθώς ήμασταν η μόνη μεσογειακή χώρα το 2020 που κατάφερε να λειτουργήσει με ασφάλεια. Και επίσης, ένας δύο ακόμη παράγοντες που δεν αναφέρθηκαν. Θα πω χαρακτηριστικά ότι μια πάρα πολύ έξυπνη κίνηση και απόφαση του πρωθυπουργού, ήταν ότι η Ελλάδα διαφοροποιήθηκε από την υπόλοιπη Ευρωπαϊκή Ένωση σε ότι είχε να κάνει με τις πτήσεις από την Αμερική. Δηλαδή ουσιαστικά ήμασταν η μόνη χώρα της ΕΕ που εγκαίρως είπαμε ότι δεχόμαστε κόσμο από τις ΗΠΑ. Αυτό οδήγησε σε έναν πρωτοφανή προγραμματισμό πτήσεων από την Αμερική στην Ελλάδα. Φτάσαμε να έχουμε επτά πτήσεις από τον Ιούλιο και μετά, από τέσσερις διαφορετικές αμερικανικές πόλεις, κάτι το οποίο δεν το είχαμε δει ποτέ στο παρελθόν, ακόμα και στα καλά χρόνια του ελληνικού τουρισμού. Αυτό τελικά οδήγησε, από τον Ιούλιο και μετά, σε μία συνεχή πια αναθεώρηση προς τα πάνω.
– Αυτή τη χρονιά θα φτάσουμε σίγουρα τα 10 δισ., δηλαδή το τελευταίο τρίμηνο του 2021 θα κινηθούμε περίπου στο 65% του 2019 που ήταν 2 και κάτι δισ., άρα περιμένουμε γύρω στο 1,3 – 1,4 δισ. Θα φτάσουμε λοιπόν σε ένα νούμερο γύρω στα 10, 10.1, 10.2 δισ. Τα 15 δισ. έσοδα από τον τουρισμό που προβλέπει ο προϋπολογισμός για το 2022, θεωρώ ότι όπως και να εξελιχθεί η πανδημία μέχρι το Μάρτιο, είναι ένας απόλυτα ρεαλιστικός στόχος και δεν αποκλείεται να το ξεπεράσουμε.
– Πλέον ο τουρισμός είναι εμπειρία. Ακούσαμε και μιλάμε για επιμήκυνση, για τουρισμό 365 ημερών το χρόνο. Η σημερινή πραγματικότητα λέει ότι αν ξεπεράσουμε ή τέλος πάντων αν κατανοήσουμε ότι δεν είναι μοναδικό προϊόν το «ήλιος και θάλασσα», το οποίο προφανώς δεν μπορείς να το επιμηκύνεις 12 μήνες το χρόνο, υπάρχουν οι άκρες της σεζόν ή ο χειμώνας, όπου εκεί πρέπει να αναπτύξεις νέα προϊόντα, προϊόντα τα οποία κολλάνε και μπορούν να προσφερθούν τους μήνες αυτούς και να τα προωθήσεις σωστά…
– Εκείνο όμως που μπορούμε να γίνουμε, είναι ένας προορισμός διακοπών περιπέτειας, περιηγητικού, μονοπατιών όπου το συγκεκριμένο προϊόν από μόνο του δεν είναι δυνατό και δεν μπορεί να πουληθεί παγκοσμίως. Το προϊόν αυτό πρέπει να το διασυνδέσεις με τον πολιτισμό σου, πρέπει να το διασυνδέσεις με τη γαστρονομία σου. Γιατί ο πελάτης εκείνος, ο διεθνής ταξιδιώτης, ο οποίος θέλει να πληρώσει για να πάει σε ένα ωραίο βουνό να το περιηγηθεί, σημαίνει ότι έχει και χρόνο, σημαίνει ότι έχει και οικονομική αγοραστική δύναμη. Αυτός λοιπόν θέλει και να φάει καλά, θέλει και να δει ό,τι άλλο έχει να του προσφέρει από άποψη πολιτιστικής κληρονομιάς η περιοχή. Εκεί λοιπόν είναι που χρειάζεται και η συνεργασία και η συνέργεια και με το δημόσιο, να εξασφαλίσεις δηλαδή αυτές τις συνεργασίες, έτσι ώστε να εμπλουτίσεις το προϊόν και να το προωθήσεις εκεί που πρέπει να το προωθήσεις με το σωστό και σύγχρονο πλέον τρόπο.