Εννέα στους δέκα ξένους επενδυτές που κοιτούν την ελληνική αγορά μη εξυπηρετούμενων δανείων (τα λεγόμενα «κόκκινα» δάνεια), ενδιαφέρονται κυρίως για τοποθετήσεις στον ξενοδοχειακό κλάδο.
Όμως το στοκ των τουριστικών ακινήτων που προσφέρεται από τις ελληνικές τράπεζες αφορά κυρίως σε μεσαίες και χαμηλές κατηγορίες ξενοδοχείων, αναφέρουν κύκλοι της αγοράς, καθώς τα 5άστερα υπερχρεωμένα ξενοδοχεία που αποτελούν πόλο έλξης για τους δυνητικούς επενδυτές παραμένουν εν πολλοίς εκτός αγοράς μπλοκαρισμένα από πολύπλοκα νομικά ζητήματα, σημειώνουν τραπεζικές πηγές.
Από τα 420 5άστερα ξενοδοχεία στην Ελλάδα, είναι μετρημένα στα δάχτυλα εκείνα που φέρουν ή αναμένεται να πάρουν αναγκαστικό πωλητήριο μέσω οποιασδήποτε διαδικασίας. Αντιθέτως, δεκάδες είναι οι πλειστηριασμοί και τα πωλητήρια μικρότερων και χαμηλότερης αξιολόγησης ξενοδοχείων, δύο και τριών αστέρων, που όμως συγκεντρώνουν πολύ περιορισμένο επενδυτικό ενδιαφέρον και σίγουρα χαμηλές τιμές προσφορών, αφού απαιτούν υψηλές δαπάνες ανακαίνισης και επανατοποθέτησης στην αγορά.
Προ ολίγων ημερών, ο πρόεδρος του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΣΕΤΕ) Γιάννης Ρέτσος ερωτηθείς σχετικά με την προοπτική εκπλειστηριασμού ξενοδοχειακών μονάδων από τις πιστώτριες τράπεζες, υποστήριξε ότι ο δανεισμός του κλάδου είναι χαμηλός σε σχέση με την υπόλοιπη οικονομία, καθώς με 8 δισ. συνολικές τραπεζικές χρηματοδοτήσεις καλύπτει το 20% του ΑΕΠ. Προσδιόρισε δε το ύψος των μη εξυπηρετούμενων δανείων των τραπεζών κάτω από τα επίπεδα των 3 δισ. ευρώ, αλλά υπογράμμισε πως υπάρχουν πολλοί επιχειρηματίες σε αυτό το τμήμα της αγοράς που είναι έτοιμοι να βάλουν λεφτά υπό την προϋπόθεση όμως πως οι τράπεζες θα προχωρήσουν σε βιώσιμες ρυθμίσεις.
Ένα χαρακτηριστικό των δανείων προς τον κλάδο των ξενοδοχειακών ακινήτων είναι ότι στο μεγαλύτερο μέρος τους αφορούν δάνεια ύψους άνω του 1 εκατ. ευρώ, με τις επιχειρήσεις που ανήκουν στην κατηγορία αυτή να ανέρχονται σε περίπου 1.400.
Οι επιχειρήσεις αυτές εμφανίζουν καλύτερη συμπεριφορά ως προς την εξυπηρέτηση των δανειακών τους υποχρεώσεων συγκριτικά με εκείνες που έχουν έκθεση σε δανεισμό μικρότερου ύψους. Με άλλα λόγια, οι μικρές ξενοδοχειακές μονάδες και τα ενοικιαζόμενα δωμάτια φαίνεται να είναι πιο ευάλωτα και να εμφανίζουν συχνότερα καθυστέρηση, σε ό,τι αφορά τις δανειακές υποχρεώσεις.
Σε κάθε περίπτωση, ο γόρδιος δεσμός που καλούνται να λύσουν κυβέρνηση και τραπεζικοί όμιλοι αφορά περί τις 20 μεγάλες ξενοδοχειακές επιχειρήσεις, οι οποίες εμφανίζονται να «κουβαλάνε» σχεδόν τα μισά κόκκινα δάνεια στο χώρο του τουρισμού, συνολικού ύψους 1,5 δισ. ευρώ. Επιχειρηματίες του τουρισμού λένε χαρακτηριστικά πως οι συγκεκριμένες μεγάλες επιχειρήσεις λειτούργησαν όπως το καπάκι στην κατσαρόλα, καθώς στην προσπάθειά τους να εξασφαλίσουν για λογαριασμό τους τη μερίδα του λέοντος των χρηματοδοτήσεων από το τραπεζικό σύστημα, δεν επέτρεψαν στην υπόλοιπη αγορά να ανασάνει. Συγκεκριμένα, αναγνωρίζουν με εμμέσως ότι «τα συμφέροντα των επιχειρηματιών δεν βρίσκονται πάντα στην ίδια πλευρά και είναι συχνά αντικρουόμενα». Έτσι, οι ξενοδόχοι που βρίσκονται με την πλάτη στον τοίχο, λόγω των εκκρεμοτήτων τους με τις τράπεζες, βιώνουν την καθημερινή αγωνία ότι θα τους ζητηθεί να παραδώσουν τα κλειδιά…
Διαβάστε ολόκληρα τα ρεπορτάζ του Ηλία Μπέλλου (ΕΔΩ) στο kathimerini.gr και του Κώστα Ντελέζου (ΕΔΩ) στο tanea.gr.