Οι γερμανικοί tour operators έχουν καταφέρει να αξιοποιήσουν στο έπακρο την ολοένα υψηλότερη ζήτηση που διαμορφώνεται τα τελευταία χρόνια για ελληνικούς προορισμούς.
Φέτος, ωστόσο, η Ελλάδα αναδεικνύεται σε «μπεστ σέλερ» της γερμανικής αγοράς, τάση η οποία αποτυπώθηκε στα στοιχεία έγκαιρων κρατήσεων (early bookings), με τους δύο μεγάλους γερμανικούς τουριστικούς οργανισμούς, TUI και Thomas Cook, να αναφέρουν αύξηση κρατήσεων για την Ελλάδα το φετινό καλοκαίρι 30% και 40% αντίστοιχα, σε σύγκριση με πέρυσι.
Όπως προκύπτει από τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδας, το 2016 ήρθαν στη χώρα μας 3.140.000 επισκέπτες από τη Γερμανία, περίπου 310.000 περισσότεροι από το 2015, οι οποίοι πραγματοποίησαν 32.988.700 διανυκτερεύσεις έναντι 31.366.000 το 2015, δηλαδή σχεδόν 1.620.000 περισσότερες διανυκτερεύσεις.
Όμως, οι ταξιδιωτικές εισπράξεις ήταν 120 εκατ. ευρώ λιγότερες από το 2015. Η εξήγηση βρίσκεται στα ίδια στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδας που αναφέρονται στη μέση δαπάνη ανά διανυκτέρευση, που φέρονται να πραγματοποιούν στη χώρα μας οι επισκέπτες από τη Γερμανία. Σύμφωνα με αυτά, το 2015 η μέση δαπάνη ανά διανυκτέρευση των επισκεπτών από τη Γερμανία διαμορφώθηκε σε επίπεδα άνω των 71 – 74 ευρώ στα τρία από τα τέσσερα τρίμηνα της χρονιάς. Στα αντίστοιχα τρίμηνα του 2016, αντίθετα, η δαπάνη μειώθηκε στα επίπεδα των 63,4 – 68,8 ευρώ. Στο β’ εξάμηνο της μεγάλης «ανάκαμψης» της κίνησης, μάλιστα, η μέση δαπάνη διαμορφώθηκε σε επίπεδα κάτω των 64 ευρώ ανά διανυκτέρευση.
Οι γερμανικοί tour operators δηλαδή, κατάφεραν να κλείσουν συμβόλαια σε χαμηλές τιμές με τα ελληνικά ξενοδοχεία, αξιοποιώντας την τεράστια διαπραγματευτική ισχύ τους και, ταυτόχρονα, τη δυσχερή διαπραγματευτική θέση των Ελλήνων ξενοδόχων. Το αποτέλεσμα ήταν να μεγιστοποιήσουν τα έσοδά τους, στέλνοντας περισσότερους τουρίστες στην Ελλάδα.
Δείτε ΕΔΩ ολόκληρο το άρθρο του Παναγιώτη Υφαντή στο euro2day.gr