Τετάρτη 12 Μαρτίου 2025

Α. Ανδρεάδης: «Η υπερφορολόγηση έχει φτάσει τον τουρισµό στα όριά του»

SETE

O πρόεδρος του ΣΕΤΕ Ανδρέας Ανδρεάδης

«Μια επένδυση ύψους 10 εκατ. ευρώ σε ένα ξενοδοχείο στην Ελλάδα επιβαρύνεται µε 5% υψηλότερο ΦΠΑ και 5% υψηλότερο κόστος χρήµατος, σε σύγκριση µε µια αντίστοιχη στην Ισπανία, το οποίο σημαίνει επιβάρυνση 450.000 – 500.000 ευρώ το χρόνο, σε σχέση µε ένα ισπανικό ξενοδοχείο. Είναι προφανές για ποιον λόγο δεν γίνονται επενδύσεις στην Ελλάδα», αναφέρει (μεταξύ πολλών άλλων) σε συνέντευξή του στο περιοδικό Fortune του Απριλίου, ο πρόεδρος του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΣΕΤΕ), Ανδρέας Ανδρεάδης.

Διαβάστε τα σημαντικότερα σημεία της συνέντευξης του κ. Ανδρεάδη:

1. «Είµαστε ίσως ο µοναδικός εταίρος ο οποίος έχει παραδώσει στην πολιτεία έναν ολοκληρωµένο οδικό χάρτη («Στρατηγικό Σχέδιο») για την ανάπτυξη του τουρισµού µέχρι το 2021, µε βασικά προϊόντα και συγκεκριµένη στόχευση. Η επικαιροποίηση της µελέτης βρίσκεται στο τελικό στάδιό της και θα παρουσιαστεί επίσηµα στη Γενική Συνέλευση του ΣΕΤΕ το Μάιο. Η επικαιροποίηση ήταν αναπόφευκτη, καθώς άλλαξαν σηµαντικά η κατανοµή των δικτύων µεταφοράς και η πελατεία του ελληνικού τουρισµού. Αυτό ήταν αποτέλεσµα της ανόδου του οδικού τουρισµού από τις γειτονικές χώρες, της εµφάνισης υπηρεσιών τύπου Airbnb, αλλά και της σηµαντικής συµβολής αεροπορικών εταιρειών χαµηλού κόστους, όπως της Ryanair και της easyJet. Ο νέος ετήσιος στόχος εισπράξεων φαίνεται πως θα τοποθετηθεί στο επίπεδο των 19 – 20 δισ. ευρώ, από 18 – 19 δισ. ευρώ, που προέβλεπε η προηγούµενη µελέτη, αλλά µε πολύ περισσότερες αφίξεις».

2. «Η υπερφορολόγηση του τουριστικού τοµέα παραµένει το πλέον σηµαντικό εµπόδιο για τη θωράκισή µας έναντι των ανταγωνιστών. Το πλέον ανησυχητικό, όµως, είναι ότι δεν βλέπουµε ένα τέλος στην πρακτική της υπερφορολόγησης. Εκεί που πιστεύουµε ότι ολοκληρώθηκε ο κύκλος των νέων φόρων και πρόσθετων επιβαρύνσεων, διαρκώς ακούµε για νέα µέτρα. Ξεκάθαρα η χώρα µας έχει δηµιουργήσει µια σειρά φορολογικών αντικινήτρων τόσο για τη λειτουργία των τουριστικών επιχειρήσεων όσο και για την προσέλκυση σχετικών επενδύσεων. Η ελληνική κυβέρνηση οφείλει να προβεί στις απαραίτητες ενέργειες, προκειµένου το 2017 να επανέλθουν οι συντελεστές ΦΠΑ σε ανταγωνιστικά επίπεδα. Διαφορετικά, η πραγµατικότητα θα είναι πολύ δύσκολη για τους νοµιµόφρονες επιχειρηµατίες, οι οποίοι αγωνίζονται σε δύσκολες συνθήκες για έναν τοµέα µε θετική επίδραση σε όλο το φάσµα της οικονοµικής δραστηριότητας».

3. «Θα σας περιγράψω τι βλέπει ένας επενδυτής, Έλληνας ή ξένος, να συµβαίνει στη χώρα µας σήµερα. Βλέπει οκτώ αλλαγές ΦΠΑ διαµονής και εστίασης από το 2008 έως και σήµερα και συνεχείς αλλαγές στη φορολόγηση των επιχειρήσεων. Μια µέση επένδυση ύψους 10 εκατ. ευρώ σε ένα ξενοδοχείο στην Ελλάδα επιβαρύνεται µε 5% υψηλότερο ΦΠΑ και 5% υψηλότερο κόστος χρήµατος, σε σύγκριση µε µια αντίστοιχη στην Ισπανία. Αν σε µια τέτοια επένδυση τα πέντε εκατ. ευρώ προέρχονται από δανεισµό (όπως συµβαίνει συνήθως), αυτό σηµαίνει αυτοµάτως ότι επιβαρύνεται µε επιπλέον 250.000 ευρώ το χρόνο εξαιτίας των υψηλότερων επιτοκίων. Από τον επιπλέον ΦΠΑ ύψους 5% και σε έναν τζίρο τέσσερα εκατ. ευρώ, που πραγµατοποιούν τα ξενοδοχεία αυτού του µεγέθους, προκύπτει µια πρόσθετη επιβάρυνση 200.000 ευρώ το χρόνο. Συνολικά, λοιπόν, υπάρχει επιπλέον επιβάρυνση 450.000 – 500.000 ευρώ το χρόνο, σε σχέση µε ένα ισπανικό ξενοδοχείο. Αν µάλιστα το υπολογίσουµε σε βάθος δεκαετίας, που αποτελεί την περίοδο απόσβεσης της επένδυσης, η επιβάρυνση φθάνει τα τέσσερα µε πέντε εκατ. ευρώ. Οπότε, το κόστος της επένδυσης στην Ελλάδα ανεβαίνει από τα 10 εκατ. ευρώ στα 15 εκατ. ευρώ, κάτι που µεταφράζεται σε 50% υψηλότερο κόστος από ό,τι σε µια ανάλογη επένδυση σε ένα ξενοδοχείο της Ισπανίας. Είναι προφανές, νοµίζω, για ποιον λόγο δεν γίνονται επενδύσεις στην Ελλάδα».

Διαβάστε ΕΔΩ ολόκληρη τη συνέντευξη του κ. Ανδρεάδη στο περιοδικό FORUNE και το δημοσιογράφο Παναγιώτη Υφαντή