Τετάρτη 12 Μαρτίου 2025

Α. Ανδρεάδης: Στόχος συνολικές αφίξεις 35 εκατ. το 2021

EUROBANK

 

Το 2016 αναμένεται να είναι καλή χρονιά για τον ελληνικό τουρισμό, ωστόσο είναι απαραίτητο όλοι να συμβάλλουν στη διασφάλιση των συνθηκών και των προϋποθέσεων που θα επιτρέψουν όχι μόνο τη διάθεση, αλλά και τη διατήρηση ενός ανταγωνιστικού προϊόντος, σύμφωνα με μελέτη της Eurobank.

Η μελέτη παρουσιάστηκε στο «1ο Συνέδριο Ελληνικού Τουρισμού Eurobank», που οργάνωσε η τράπεζα σε συνεργασία με το Σύνδεσμο Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΣΕΤΕ), με μεγάλη συμμετοχή επιχειρηματιών από όλους τους τομείς της τουριστικής βιομηχανίας, καθώς εκπροσώπους φορέων, ακαδημαϊκών κ.ά. Στο επίκεντρο βρέθηκαν οι προκλήσεις και οι ευκαιρίες για τον ελληνικό τουρισμό.

Στην παρέμβαση του, ο επικεφαλής οικονομολόγος της Eurobank Πλάτων Μονοκρούσος, παρουσίασε τη μελέτη που εκπονήθηκε από τη Διεύθυνση Οικονομικής Ανάλυσης και Έρευνας Διεθνών Κεφαλαιαγορών της Eurobank για τις ευκαιρίες, τις προκλήσεις και τις προοπτικές του ελληνικού τουριστικού κλάδου.

Όπως τονίστηκε, η συνολική συνεισφορά του τουρισμού στην ελληνική οικονομία ανέρχεται σε 18,5% του ΑΕΠ, σύμφωνα με το World Travel & Tourism Council, ενώ σύμφωνα με το ΣΕΤΕ εκτιμάται στο 20 – 25% του ΑΕΠ. Παράλληλα, σύμφωνα με το World Travel & Tourism Council, η συνολική συνεισφορά του τουρισμού στην απασχόληση ανήλθε σε 23,1% το 2015 και εκτιμάται ότι θα φτάσει το 28% το 2026.

Το παραδοσιακό τουριστικό προϊόν που βασίζεται στο τρίπτυχο «ήλιος, άμμος και θάλασσα» είναι απαραίτητο να διαφυλαχθεί και να αναβαθμιστεί. Αποτελεί άλλωστε, τον κύριο λόγο προσέλκυσης επισκεπτών στην Ελλάδα. Όπως επισημαίνεται στη μελέτη όμως, κάτι τέτοιο μπορεί να επιτευχθεί κυρίως μέσω της ποιοτικής αναβάθμισης των προσφερόμενων υπηρεσιών.

Δεν επιτρέπεται επανάπαυση. Οι αυξημένες τουριστικές ροές των τελευταίων ετών μπορούν να αποδοθούν στις προσπάθειες των επαγγελματιών του κλάδου και στην εφαρμογή μιας σειράς μεταρρυθμίσεων. Οφείλονται όμως και στις γεωπολιτικές αναταράξεις στην ευρύτερη περιοχή που έπληξαν σημαντικά πολλούς εκ των ανταγωνιστών. Αργά ή γρήγορα όμως ο ανταγωνισμός θα ενταθεί εκ νέου.

Είναι απαραίτητο να δημιουργηθούν εκείνες οι συνθήκες που θα επιτρέψουν τη διάθεση και διατήρηση ενός ανταγωνιστικού προϊόντος.

Ταυτόχρονα, είναι αναγκαίο να αναπτυχθούν και άλλες κατηγορίες τουριστικών προϊόντων όπως ο θαλάσσιος τουρισμός, το City Break, ο ιατρικός τουρισμός, ο πολιτιστικός και θρησκευτικός τουρισμός και ο επαγγελματικός τουρισμός.

Σε ό,τι αφορά την προσέλκυση νέων επισκεπτών προς την Ελλάδα, σημειώθηκε ότι η Ελλάδα θα πρέπει να στοχεύσει σε ταξιδιώτες, από ταχέως αναπτυσσόμενες αγορές πχ. Ινδία και Κίνα, καθώς και γενικότερα, ταξιδιωτών με υψηλό εισόδημα και ροπή προς κατανάλωση.

Ο πρόεδρος του Συνδέσμου Ελλήνων Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΣΕΤΕ) Ανδρέας Ανδρεάδης, επισήμανε: «Είναι απολύτως αναγκαίο, η κυβέρνηση να επαναφέρει τα επίπεδα της φορολογίας σε φυσιολογικά και ανταγωνιστικά επίπεδα και να προχωρήσει σε δέσμη αντισταθμιστικών μέτρων, που θα περιλαμβάνουν την πάταξη της φοροδιαφυγής, φοροαποφυγής και εισφοροδιαφυγής, την ταχεία διόρθωση και εφαρμογή του αναπτυξιακού νόμου, την άρση κάθε μορφής γραφειοκρατικών εμποδίων για επενδύσεις μικρής ή μεγάλης κλίμακας, την πλήρη επίλυση των προβλημάτων χορήγησης βίζας και τη διασφάλιση των συνθηκών σταθερότητας, ώστε να επανεκκινήσει η ομαλή χρηματοδότηση, από το τραπεζικό σύστημα».

Επιπλέον, ο πρόεδρος του ΣΕΤΕ τόνισε ότι τα επόμενα χρόνια θα πρέπει να υλοποιούνται ετήσιες συνολικές επενδύσεις ύψους 2 δισ. ευρώ, αρχής γενομένης το 2016, με συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα κατά 80% και του Δημόσιου κατά 20%. Και αυτό γιατί επαναπροσδιορίζονται οι στόχοι των συνολικών αφίξεων κατά +30% (από 26 σε περίπου 35 εκατ.) για το 2021, αύξηση η οποία στοχεύει στην ενίσχυση των συνολικών εσόδων κατά 40% με στόχο τα 20 δισ. ευρώ και της μέσης καθαρής δαπάνης ανά διανυκτέρευση κατά 5%.

Στην παρέμβαση του ο πρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Ξενοδόχων Γιάννης Ρέτσος, ανέδειξε το γεγονός ότι η ανταγωνιστικότητα του συνόλου του ελληνικού τουρισμού έχει πληγεί και πως η συνεχιζόμενη τακτική της «υπερφορολόγησης», επιβαρύνει τη βιωσιμότητα των επιχειρήσεων, όπως είπε.

Πηγές: www.naftemporiki.gr, www.capital.gr, www.newmoney.gr