Τον Ιούνιο του 2020, αναγνωρίζοντας τη σημασία του τουρισμού για την ελληνική οικονομία, η EY Ελλάδος παρουσίασε μία ενδελεχή ανάλυση του πιθανού οικονομικού αντικτύπου της πανδημίας στον ελληνικό τουριστικό κλάδο.
Σχεδόν έναν χρόνο μετά το ξέσπασμα της πανδημίας – και καθώς η τουριστική περίοδος του 2020 έχει ολοκληρωθεί – η EY Ελλάδος συνέταξε μία ανανεωμένη έκθεση, η οποία, βάσει προσφάτως δημοσιευμένων στοιχείων και εκτιμήσεων από παγκόσμιους και εγχώριους φορείς, εξετάζει τις βασικές πτυχές του αντικτύπου του COVID-19 στον τουριστικό κλάδο της χώρας, από την αρχή της κρίσης, μέχρι σήμερα.
Η έκθεση επικεντρώνεται στις επιπτώσεις της πανδημίας στις μεταφορές, τις κρατήσεις ξενοδοχείων, τις τουριστικές εισπράξεις, καθώς και τις νέες συνήθειες των καταναλωτών / ταξιδιωτών.
Οι μειωμένες κατά 78%, σε σχέση με το 2019, τουριστικές εισπράξεις του εννεαμήνου του 2020, αντικατοπτρίζουν το σοβαρό αντίκτυπο της πανδημίας στον ελληνικό τουρισμό.
Αντίστοιχα, η διεθνής επιβατική κίνηση στα ελληνικά αεροδρόμια, εμφανίστηκε μειωμένη κατά 72%, τους πρώτους δέκα μήνες του 2020.
Μεταξύ Ιουλίου και Σεπτεμβρίου – το παραδοσιακά ισχυρότερο σημείο της τουριστικής περιόδου στην Ελλάδα – τα επίπεδα πληρότητας στον ξενοδοχειακό κλάδο δεν ξεπέρασαν το 30%, με μέσο ποσοστό πληρότητας το 23% ανά μήνα (σε αντίθεση με 71% το 2019, κατά το ίδιο διάστημα).
Η μέση ημερήσια χρέωση (average daily rate – ADR), η οποία υπολογίζεται στα 86 ευρώ, σε συνδυασμό με τα εμφανώς μειωμένα επίπεδα πληρότητας, οδήγησαν σε έσοδα ανά διαθέσιμο δωμάτιο (revenue per available room – RevPAR) της τάξης των 20 ευρώ.
Σύμφωνα με στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, ο δείκτης απασχόλησης στον κλάδο του τουρισμού, σημείωσε πτώση 35,9% κατά το δεύτερο τρίμηνο του 2020 (σε σχέση με το δεύτερο τρίμηνο του 2019), ενώ οι μισθοί και οι αποδοχές στον κλάδο μειώθηκαν κατά 69,7%.
Συνολικά, ο τουρισμός δέχθηκε ένα πολύ ισχυρό πλήγμα από τον COVID-19. Σύμφωνα με εκτιμήσεις από διεθνείς και εγχώριους φορείς, η πλήρης επάνοδος του κλάδου στα προ-COVID επίπεδα, δε θα πρέπει να αναμένεται πριν το 2022, με την ανάκαμψη να εκτιμάται ότι θα διαρκέσει από 2,5 έως τέσσερα χρόνια.
Παρόλα αυτά, ο αντίκτυπος του COVID-19 μπορεί να αποδειχθεί βαθύτερος και πιο ουσιαστικός, ξεπερνώντας τους οικονομικούς δείκτες και τα χρηματοοικονομικά δεδομένα.
Η πανδημία φαίνεται πως τροφοδότησε έναν πολυσχιδή μετασχηματισμό του κλάδου, οδηγώντας στην εμφάνιση νέων καταναλωτικών / ταξιδιωτικών συνηθειών, μία ιδιαίτερη εστίαση στη βιωσιμότητα και την υγιεινή, καθώς και στην περιφερειοποίηση των ταξιδιών και του τουρισμού – αλλαγές που αναμένεται να έχουν μακροπρόθεσμες, αν όχι μόνιμες, επιπτώσεις.
Ο αντίκτυπος της πανδημίας μέχρι σήμερα, έχει αποκαλύψει τα αδύναμα σημεία του τουριστικού κλάδου, αλλά, ταυτόχρονα, έχει καταδείξει τα απαραίτητα βήματα που πρέπει να γίνουν, από άποψη εξέλιξης της ζήτησης, υγείας και υγιεινής, καινοτομίας και ψηφιοποίησης, αλλά και βιωσιμότητας, για να θωρακιστεί ο κλάδος έναντι μελλοντικών προκλήσεων και να συνεχίσει να είναι καταλύτης οικονομικής ανάπτυξης και ευημερίας για την Ελλάδα.